|
το водоросль #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово водоросль? — φύκος как с (ново)греческого переводится слово φύκος? — водоросль — κόλακας — ψιμάδι — στόμφος — εξαγωνικός — νεκροτομή — τριταίος — μικροκεφαλία — κασμίρι — είνε — λογγιά — προβλής — δακτυλίτιδα — επαγγελματίας — νευροκαβαλλίκευμα — πεταλωτής — γαυγίζω — αντιπράττω — δίωρο — σαλίγκαρος — γεβεντίζομαι — αναστηματομετρία |
|||