|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ἐξ? — — αυτοκινητικός — γονατιστός — ιχθυοτροφικός — γδέρνω — μαβής — αμυγδαλοθραύστης — πρυμνόδετος — δασκαλόπουλο — αφορμώμαι — μωρουδάκι — αλκαλιμετρία — τιάρα — μεταχύνω — γαστροσκόπηση — σύνδρομο — αυλίζω — αντιπέρας — αεροδέρνω — επιταχυντικός — πυρσεύω — βικίο |
|||