|
ο, τό фольк. рождественский злой дух #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово рождественский злой дух? — καρκάντζαλος как с (ново)греческого переводится слово καρκάντζαλος? — рождественский злой дух — αδιαίρετος — αριοστάλαχτος — μπλου — σφυριχτός — επαργυρωμένος — έπεσα — χρυσόπτερος — παιδαγωγική — χαμογέλιο — ερπετό — άραχλος — σκάγι — ασωτεύω — δινητός — υπέρλευκος — μεγάφωνο — μεταφορτώνω — εξελεγκτικός — αύρα — αεροζογραφική — βαθουλώνω |
|||