|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αρισμαρί? — — κουκουλλόσπορος — αντιληπτός — εκκόκκιση — ενστάλάζω — οξύτονος — μαδάω — εγγυητικός — πασχάλιο — εξιστόρηση — ζακέτα — πορτοκάλι — επανασυζήτηση — ξηροκλίβανος — φραγκορραφτάδικο — ονειρικός — ατελεσφόρητος — μαθητεύομαι — κομματικά — αντιπαραχωρώ — αποβλέπω — εξευτελίζομαι |
|||