|
η несовершеннолетие #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово несовершеннолетие? — ανηλικιότητα как с (ново)греческого переводится слово ανηλικιότητα? — несовершеннолетие — απαράπειστος — στασίδι — αφασικός — φωρατής — απολίπανση — παράσπονδος — γοφί — αρχιερατείο — αυτοθετικός — κεφάλι — πιάνω — ταχιά — γλυκοτραγουδιέμαι — στρέγω — ξυσμένος — μπιρμπιλομάτα — ακλουθώ — Φαίδρα — θρομβώδης — μπαγιονέττα — περιττεύω |
|||