|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово τζίντζερ? — — συστέλλω — ανεγκλήτως — πέρκη — εξακόσιοι — προσηνής — κουνελάκι — δώ — επιθεωρημένος — αρτήρας — λιανοτράγούδο — μαντάρι — ξυλοσοφία — φενακίζω — μονοθυγατέρα — αποκοψίδι — γλυκοτραγουδισμένος — ελεφαντόδοντο — χρηματαγορά — σπειρούμαι — κούνια — σοβάς |
|||