|
το крупный помол #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово крупный помол? — χοντροκοπάνισμα как с (ново)греческого переводится слово χοντροκοπάνισμα? — крупный помол — αναπόσβεστος — αέτειος — τσαλαβούτας — χαραυγή — βατταρισμός — γαϊτάνι — διάφραγμα — αναλυτικότερα — γουρμάζω — ονοματεπώνυμο — εκσκάπτω — καύλα — εχεμύθεια — ξετρελλαίνω — ασπρουλιάρικος — Σάββατο — αρχιμηχανουργός — προϋπηρεσία — αγιάτρευτος — υπεράνθρωπος — κτένιον |
|||