Новогреческий словарь
ερμηνεύσιμος
ερμηνεύσιμος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ερμηνεύσιμος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ενδοκάρδιο
—
προκαλυπτικός
—
σταθμογράφος
—
ημιδιάμετρος
—
πτωτικός
—
αγέννητος
—
σκάλεθρον
—
κοντράλτα
—
φυλλοξήρα
—
ίσχαιμος
—
διάληψη
—
λιγοστεύω
—
άρχω
—
εκμεταλλεύσιμος
—
αβρά
—
ανεμόσυρμα
—
δημοκρατικότητα
—
παρονομάζω
—
αγγελτήριος
—
πελεκητής
—
ακανθυλλίς
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве