Новогреческий словарь
οινόμετρο
οινόμετρο
το
спиртометр, спиртомер
(для вин)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
спиртометр
? —
οινόμετρο
как на
(ново)греческом
будет слово
спиртомер
? —
οινόμετρο
как с
(ново)греческого
переводится слово
οινόμετρο
? — спиртометр, спиртомер
#
(ново)греческий словарь
—
μεριδίτσα
—
γερνάω
—
περήφανος
—
κολοκυθοκορφάδες
—
ψυχόπιτα
—
γεωγονία
—
δυναμοηλεκτρικός
—
αεροθλίπτης
—
ταχυμετρία
—
εμψυχωμένος
—
μετεωρισμός
—
περιβολάκι
—
μεταπολίτευση
—
γνάψιμο
—
περίαπτον
—
σκεύασμα
—
πρήζομαι
—
φοινικόπτερος
—
κεραμοποιός
—
τετράγκωνος
—
προεόρτιο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω