|
ο ведро #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово ведро? — σίκλος как с (ново)греческого переводится слово σίκλος? — ведро — μπαρουτόσκαγα — ζητιανεύω — μουρντάρικος — χρυσόβουλλο — φάραγξ — αμυγδαλιώνας — σαμιακός — φιννικός — μαυροφορώ — διπλοχαιρετώ — μεγεθυνηκός — κοντόχρονος — μυκτηρίζω — αυγοτέμπερα — ανθοφορώ — αργυραμοιβείο — αποκτάω — απόρθητα — αντιφωτίζω — εργοληψία — χελώνα |
|||