|
горьковатый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово горьковатый? — υπόπικρος как с (ново)греческого переводится слово υπόπικρος? — горьковатый — διαμονητήριος — δημοσιογραφικός — καννάβι — διαχωρισμός — ασχημογύναικο — κορνέττο — ψυχεράδα — κολάζω — υπάκουα — σά — παραδαρμένη — βορβορώδης — διοκολλώ — περιποιούμαι — πειρακτικός — αρκουδιάρης — αρχαιρεσίες — καρδερίνα — γεννητάτα — σκληρία — απευθύνομαι |
|||