|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αποδυναμωτικά? — — τζιντζερόσουπα — διάρα — αμφικλινής — ελαιοφυτεία — διάρροια — ασηψία — αποκτηνωτικός — χρυσογόνος — κομματισμός — φωτίτσα — βραχμάνος — αυτοπροαίρετα — μικρόσχημος — βυρσοδεψεική — αποφορά — μεταλαμβάνω — χαλιφεία — σόλοικος — τρέμω — αποκατωθιός — μπαφιάζω |
|||