Новогреческий словарь
ακέντρωτος
ακέντρωτ|ος
непривитый
(о растениях)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
непривитый
? —
ακέντρωτος
как с
(ново)греческого
переводится слово
ακέντρωτος
? — непривитый
#
(ново)греческий словарь
—
αεροσταθμώ
—
σουβλερός
—
αποπωμάτιση
—
ανθρωπόφοβος
—
λαμπροφορεμένος
—
γραμμομόριο
—
ανεμοκάμηλο
—
γιάρι
—
υπείκω
—
βρεχτούρα
—
αντενοκατάρτι
—
απαλλαγμένος
—
φιδόχορτο
—
απαζάρευτος
—
αναμαζωξάρης
—
ανδράχλη
—
σταλίζω
—
γυαλάδα
—
αγγλισμός
—
μπεχλιβάνης
—
κορσές
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве