|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ακροβολιστικός? — — αεροζυγιάζομαι — συραγκάθι — περιστέρι — σκιάξιμο — λογχόσχημος — απομυθοποιούμαι — αψόφιστος — ακατάρτιστος — ανευλάβειο — κοινωνικοποίηση — γιδοτόπι — γύναικόσογο — νερούλιασμα — κηρύττω — αγρίως — καλοπιστία — συνέλαβα — δρομερός — ψεύδομαι — ξεντέρισμα — μισθοσυντήρητος |
|||