|
меблированный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово меблированный? — επιπλαρισμένος как с (ново)греческого переводится слово επιπλαρισμένος? — меблированный — εσχαρώδης — ρυτιδώδης — εγκυκλοπαιδικός — νεκροθάφτης — δίπρακτος — συνταγογραφώ — υψηλό — ερυθρότητα — πολύφυλλος — φατσούλα — στουμπώνομαι — σωφέρ — κοκκινοχάβιαρο — αφέλεια — απαράπειστος — σχοινοβατικός — τρισδιάστατος — κοιλαράς — ανθέλαιον — βολκός — αστέναχτος |
|||