|
хим. экзотермический; ~ή αντίδραση — экзотермическая реакция #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово экзотермический? — εξωθερμικός как с (ново)греческого переводится слово εξωθερμικός? — экзотермический — παραγέρασμα — παραλίμνιος — στενωπός — υποτασικός — ραβασάκι — λιθογόνος — κατάνευση — εμψύχωση — υποθήκευση — ξεφύτρωμα — ξενοκρατούμενος — επιτακτικός — ζελατίνη — γνωστικισμός — σιταρήθρα — ενεσπάρην — ψήστρια — φιλομαθής — άπιστος — φανερωμένος — δημοκοπία |
|||