|
платящий равный налог #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово платящий равный налог? — ισοτελής как с (ново)греческого переводится слово ισοτελής? — платящий равный налог — ωκεανός — αχλύς — ασημωτής — ορίζοντας — καστανόσουπα — εισόδημα — χόνδρινος — επιμέλεια — αιχμαλωτίζω — προδιαγραφή — κρίτρα — αντρούλης — αεροδείκτης — μισούρανα — διαρρινώ — αρμάτωμα — ενθάρρυνση — στιλέττο — στραβοκύτταγμα — αμάξωμα — περιστασιακά |
|||