|
αόρ. οιη λανθάνω #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ελαθον? — — πριονιστήριο — συνένοχος — χασισώνω — βαθύσκαπτος — φρενάρω — γκρεμίζομαι — προϊσταμαι — εκκολάπτομαι — εντυλίσσω — υπερβολικά — εμπορεύσιμος — τμήση — κλαπατσίμπαλα — ζουλιάρης — ρεσιτάλ — σφιχτός — διαβολεμένος — διοργανώτρια — λιμενίζω — γεροπαραλυμένος — σαββατοκύριακο |
|||