|
το пастушонок #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово пастушонок? — τσομπανόπουλο как с (ново)греческого переводится слово τσομπανόπουλο? — пастушонок — ιδιωτικοποίηση — μηχανότρατα — διαθρύλημα — γυαλοκοπώ — τελαμώνας — έθεσα — ευμεταβλησία — σαρανταπέντε — δολίευση — ειδωλολατρεία — μικροσεισμοί — ανεμόχιονο — μινιμαλιστικός — ειρηνοποιός — πρωταγωνιστώ — μόνοιασμα — αντιζυγία — απονενοημένος — κλωσσοπούλι — αντιφλογιά — συνέταιρος |
|||