|
(-ιδος) η заказчица #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово заказчица? — παραγγελιοδότις как с (ново)греческого переводится слово παραγγελιοδότις? — заказчица — μάλωμα — σεβαστός — νιάτα — χρεοπιστώνω — ημίπληκτος — αντιστάθμιση — βλαστίδιο — νοητικός — γλεντοκόπημα — αρχοντιά — ξεζεύγω — ψιχίον — προσωπιδοφορία — αποκλείω — δόλος — εξυπνάκιας — ολοκληρώσιμος — μάσκαρα — αβίδιαστος — κλυδώνισμα — αγγελόκορμος |
|||