|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово τραχειακός? — — αμφικτιονικός — λειχηνιάρης — νταμιτζάνα — αφόρητος — ξενυχιάζω — μοιρολατρικά — έκαψα — γλισχρεύομαι — κουδουνάω — ασυνεσία — βυζανιάρικο — αναρχομαλάκας — χειμωνιάτικος — νηφάλια — ξερόφυλλο — μπουνταλού — φακελώνω — μειωτέος — φιδήσιος — υπόνομος — κατάρτιση |
|||