|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово τρελέγκω? — — αποπαστρεύω — κατωφέρεια — φτερωτή — κατσαρόλι — φίρμα — γουμένισσα — κουτσούνα — ακαταλάλητος — κέρας — μελισσοκόμος — μυθολογικός — χαρίεις — πειναλέος — καταρροϊκός — πλινθοδομή — βουτσί — ξεσελώνω — ανασχίζω — σαπφείρινος — υπονόμευση — ανέγνων |
|||