|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово προσχηματικώς? — — αγιόψυχος — αποκρυστάλλωμα — σκεπαστικός — πρωτομαγέρισσα — δύω — ξινόμηλο — ρουσφετολόγος — αλληλομαχία — ατσίδα — μουχρός — αγχίνους — κλινόποδος — επιφυσίτις — στούκας — δοντιά — τουφεξής — ελευθέριος — γούμενα — ξεναγουμενος — πάλι — δυόσμος |
|||