Новогреческий словарь
δωροδότης
δωροδότης
ο
даритель
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
даритель
? —
δωροδότης
как с
(ново)греческого
переводится слово
δωροδότης
? — даритель
#
(ново)греческий словарь
—
διαχύσεις
—
μοχθώ
—
μέ
—
δεξιωσύνη
—
ριζοβελονιά
—
αστάχωτος
—
πολυέξοδος
—
μεγαλειότατος
—
ξενύχτισμα
—
επιβατηγόν
—
βωλογύρισμα
—
αεροβική
—
ταυράκι
—
αρραβωνιάρης
—
πολυφωνικός
—
διεκπνοή
—
αυτοσυντήρηση
—
σταυλοχιτών
—
αξεσπάθωτος
—
παρόν
—
αρμόνιο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве