|
убивающий микробы, бактерицидный (о лекарствах) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово убивающий микробы? — μικροβιοκτόνος как на (ново)греческом будет слово бактерицидный? — μικροβιοκτόνος как с (ново)греческого переводится слово μικροβιοκτόνος? — убивающий микробы, бактерицидный — γλινό — μυολογία — κρυφτούλι — κρεατομηχανή — αστόχισμα — υπακούω — καλάγκαθο — μερακλήδικος — ώριος — συρρικνώ — φρικωδία — φωλιάζω — αεριωθούμενο — δημοπράτηση — ένσπερμος — λίμα — αλεκτρυονικός — συγγενείς — απαγγιάζω — κεφαλομάντηλο — αυτοαπτίζομαι |
|||