|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ρέμβω? — — όναγρος — ξυλοπέδη — πτεροφόρος — χρωματοποιία — ψηλόπρυμος — αλλότυπος — εκπορήνιση — γοργοκαβαλλάρης — απαρνιούμαι — πεντακοσιοστός — κατασχετήριο — βρωμόνερο — γιαμά — αβάνισσα — ψευδαργυρώνω — ζωννύω — τσίτσα — φωτοηλεκτρισμός — ηλιοκεντρικός — ανακογχυλιάζω — ξεμπαρκάρω |
|||