|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ζουζουνάκι? — — νευροκαβαλίκεμα — άθυμος — αντιλυσσικός — ωολογία — εντυπο — χρειαζούμενα — διαταγή — καβγατζού — γαϊδουράς — ξάζω — ανθοπαραγωγός — ιππονομή — κοκκορέτσι — μουζεβίρισσας — συμπτωματικός — κρεατόμυγα — διατετιμημένος — ερρήθην — φορητός — ανεμοτρεφής — μαδώ |
|||