|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово βίαια? — — θεραπευτική — δεσμός — συναφής — μήλο — μεσιακάρης — τεμπέλικος — σήκωμα — αντισταθμιστής — προνοητικός — καϊκτσής — λαπαδιάζω — αρνόγαλο — αμυγδαλή — κοχλιάριο — ελαφρομυαλιά — συνεβγαλτής — ανελαστικότητα — φυρώ — κυστεοσκόπηση — βρέχω — έλεγχος |
|||