Новогреческий словарь
λατομική
λατομική
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
λατομική
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αιματοβαφής
—
φυσομάνημα
—
φυσιοθεραπευτής
—
αλγεβριστής
—
γρανάτα
—
ασυναφής
—
ακολουθώ
—
αρνάδι
—
ενδοδαπέδιος
—
λεχρίτης
—
λιβάδι
—
θερμόαιμος
—
μαστοφόρος
—
αερίσιμος
—
οδοντοπάθεια
—
λαιμόκοψη
—
αφέγγιστος
—
φάσκελο
—
επιβάτισσα
—
ησυχαστής
—
διαρρηκτικός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве