|
η конский волос #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово конский волос? — αλογότριχα как с (ново)греческого переводится слово αλογότριχα? — конский волос — αναπασχόλητος — μαρουλόφυλλο — χαστουκιά — γεροντολόγος — ωμικός — διαφανής — γητεύτρα — ιστιοδρομία — μεγαλομανία — αδαμαντόδετος — αργυροϋφής — ψιλικατζής — δάμαλις — περιβολάρικος — μακιγιέρ — καφέ-αμάν — οπιώδης — ακακία — εμμονή — εξοπλιστής — καλύτερος |
|||