|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово καρμίρα? — — κουτσομύτης — μονοτονικός — πολυκύτταρος — βιτρίνα — αναβιωτικός — ματώνω — καμουφλάρισμα — υπόστυφος — χαλικόστρωτος — βασκικός — νυφικό — ξεπαρμένος — δακτυλοδεικτούμενος — σκωτσέζικος — πούστικος — αμιλλώμαι — αναφωτίδα — υποδηματοποιός — ορνίθωση — ποταμόφιλος — κορκάρι |
|||