|
το мукомольное предприятие #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово мукомольное предприятие? — αλευροποιείον как с (ново)греческого переводится слово αλευροποιείον? — мукомольное предприятие — αλογότριχα — αχρησία — φουρνίρω — υφήλιος — φυλλομετρώντας — μοναχικότητα — σοκάρω — εξετάζω — απελευθερωτικός — μαλαγανεύω — εθνικοσοσιαλίστρια — διάσκεψη — γυρευτός — ταλαντευτικός — αυθάδικα — αγρότισσα — σκολιότητα — αναμερίζω — κάρβουνο — θρασίμι — ρίξιμο |
|||