Новогреческий словарь
τριακονταετηρίδα
τριακονταετηρίδα
η
тридцатилетняя женщина
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
тридцатилетняя женщина
? —
τριακονταετηρίδα
как с
(ново)греческого
переводится слово
τριακονταετηρίδα
? — тридцатилетняя женщина
#
(ново)греческий словарь
—
ολίγιστος
—
δίξιφος
—
ποτοπωλείο
—
κονφερασιέ
—
αδενοπάθεια
—
αμπόλιαστος
—
φυλλοβόλος
—
συνωνυμία
—
καυτερός
—
περίφρακτος
—
εξηκοστό
—
προχωρημένος
—
σφίγγομαι
—
γενεσιουργία
—
αφροστεφάνωτος
—
δισκέτα
—
δαιμονίζομαι
—
κενότητα
—
εντολοδότις
—
άβρεκτος
—
κογχύλιο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве