|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ανδροκρατικός? — — κοντό — δημαγωγία — κατατρέχω — λειαντικός — παραδίδω — εαυτός — κολεόπτερα — αντιμισθία — κράββατος — κοσμολόγητος — θερμοπαραγωγός — επιχρυσωμένος — δουρβάνα — σπαράγγια — μαμμόθρεπτος — αιμοσπερμία — ξεγδαρμένος — ασθενοφόρος — κλαδώνω — ακριβοτάγιστος — ελιξήριον |
|||