Новогреческий словарь
ανασπαστήρας
ανασπαστήρας
ο
подъёмник
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
подъёмник
? —
ανασπαστήρας
как с
(ново)греческого
переводится слово
ανασπαστήρας
? — подъёмник
#
(ново)греческий словарь
—
πρωτόγεννα
—
καθυστερημένα
—
σλοβάκικος
—
απασχόληση
—
σκάμνα
—
αρκετό
—
μυελασθένεια
—
λυγνός
—
αυτομουντζώνομαι
—
ομιχλώδης
—
ηθικολογικά
—
δρύμες
—
κόλπωμα
—
διέδυσα
—
εξουσιαστικά
—
αλγώ
—
λεμφοπάθεια
—
αποτυφλωτικός
—
σοβαρεύομαι
—
αριός
—
μαγεμένος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве