|
прям., перен. отражаться #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово отражаться? — αντανακλομαι как с (ново)греческого переводится слово αντανακλομαι? — отражаться — μυροφόροι — μασητήρ — σακκουλιάζω — κρεμάμενος — αιματογενής — αδελφός — ακούρδιστος — συρμακέζης — αμυγδαλόπηκτο — φρυγανώδης — νηματουργός — ανυπόσταλτος — επικάρδιον — πρόσφορος — ασημόπετρα — μουνάκιας — αφαιρούμαι — μονοκόμματος — πόντος — αδημονώ — κατεπάνω |
|||