|
η македонка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово македонка? — Μακεδόνισσα как с (ново)греческого переводится слово Μακεδόνισσα? — македонка — διαφορεμένος — ύπνωση — φωτομηχανικός — Ρουμανίδα — κληρούχος — ανασυζήτηση — ομηρικός — βόειος — υποταγή — αγάπη — ευδοκία — οπώδης — αμεθοδία — νεφελοσκεπής — υφαλμυρίζω — συγκεντρικός — εριστής — κοινοβουλευηκός — εκβάθυνση — καύκαλο — εική |
|||