|
педерастический #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово педерастический? — σοδομιτικός как с (ново)греческого переводится слово σοδομιτικός? — педерастический — μογγολικός — έμπηγμα — διασάλευση — καρδιογράφημα — διακονόθρεμμα — πρεμούρα — αποβουτυρωμένος — αντιμεταρρυθμίστρια — αβάκα — αεροζυγιάζομαι — έπαυλη — αρτίδιον — επαναδραστηριοποίηση — επανεμφανίζομαι — αρτήρ — στραπάτσο — πιρόγα — σκίζα — ενδοκρινολόγος — γιατρός — είπα |
|||