|
стыдиться, совеститься #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово стыдиться? — αισχύνομαι как на (ново)греческом будет слово совеститься? — αισχύνομαι как с (ново)греческого переводится слово αισχύνομαι? — стыдиться, совеститься — αμφίσημα — αξιοσυγχώρητος — χεριάζω — εξοστρακισμός — αρένα — μηνιγγικός — καλοφτιαγμένος — λακκιασμένος — ρύπος — πεθερά — μολύβι — ατραγούδητος — εφοδιοπομπή — αναστάτωση — κυπαρίσσι — γνωριστής — ριπίζω — ελασματοποίηση — ιδεατός — ένεστι — απαλάμη |
|||