|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово δευτερόπρυμα? — — επαναγωγή — καρδιαγγειογραφία — άθιχτος — λεξιθηρώ — ανεπίτρεπτος — παραχρημα — άζωστος — ελληνολατρεία — συγκαλώ — βούλιθο — επτάμηνο — θεσμοθέτης — τραγοπόδαρος — μεσημβρινός — πτυοσκαπάνη — αλκοολικός — δενδροφθορά — αποσυντονίζω — παντρεύομαι — ενδέκατος — κατοίκηση |
|||