δευτερόπρυμα

формы словаβ
δευτερόπρυμα



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово δευτερόπρυμα? —


επαναγωγήκαρδιαγγειογραφίαάθιχτοςλεξιθηρώανεπίτρεπτοςπαραχρημαάζωστοςελληνολατρείασυγκαλώβούλιθοεπτάμηνοθεσμοθέτηςτραγοπόδαροςμεσημβρινόςπτυοσκαπάνηαλκοολικόςδενδροφθοράαποσυντονίζωπαντρεύομαιενδέκατοςκατοίκηση




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit