Новогреческий словарь
πολυετής
πολυετ|ής
многолетний
;
~ή φυτά — многолетние растения
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
многолетний
? —
πολυετής
как с
(ново)греческого
переводится слово
πολυετής
? — многолетний
#
(ново)греческий словарь
—
δυνητικός
—
δόκιμος
—
πένταθλο
—
γλευκόμετρο
—
μετανοιωμός
—
χολοκυστίτιδα
—
εμπλάστρωμα
—
μελικοκκιά
—
γιουγκοσλαβικός
—
άρχων
—
αδικιάρης
—
περισσότερος
—
χαμίνι
—
κλωσσάω
—
μολυντήρι
—
αναχορήγηση
—
αβούλητος
—
ανταμείβομαι
—
εξαερίζω
—
μικροαστή
—
συμμετέχων
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве