|
αόρ. от ελκύω и έλκω #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово είλκυσα? — — ιστοσελίδας — σκληροδερμία — υφεκατόλιτρο — καράβινα — μυριοστός — χωρογραφία — οιστρηλασία — υπεραφθονία — απηγος — ρώγα — μπουκουνιά — κοσκίνισμα — φύλακας — φωτογράφηση — κρουαζιέρα — μυκώμαι — εξοργισμός — ολοκληρώσιμος — μεθύσι — ηδονόπληκτος — ψεύδορκος |
|||