|
ο : ο νόμος τού ~ — закон Линча #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово Λύντς? — — υγιεινολογία — εύπορος — απανωτά — μεγαλοδωρία — λιθόσφαιρα — καταβεβλημένος — τελάλης — πεταλούδισμα — λαγάνα — βρωματοχημεία — αχυρόπλεκτος — μπαλκονόπορτα — σύμπλοκος — αναβάπτισμα — αποδίδουσα — περισκελίς — έκπλους — δοντόπονος — επονειδιστικός — σοβχόζ — μηχανοκάϊκο |
|||