|
непредотвращённый; неотвратимый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово непредотвращённый? — απρόληπτος как на (ново)греческом будет слово неотвратимый? — απρόληπτος как с (ново)греческого переводится слово απρόληπτος? — непредотвращённый, неотвратимый — νεκροφυλακείο — διάστροφος — αντιπροσφέρω — καθυπόταξη — ακονόπετρα — απρόοπτο — ανεξέργαστος — ιονισμός — λιθοτόμος — εφοδιάζομαι — ξόανο — τουρκοπατημένος — στοκ — αιτιολογικός — κυκλώνας — αντιπολιτευτικός — δεντρομολόχα — συμφωνικός — ακαμίνευτος — κλειδωνάς — στραπάτσο |
|||