|
испытавший большое несчастье #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово испытавший большое несчастье? — γκρεμοτσακισμένος как с (ново)греческого переводится слово γκρεμοτσακισμένος? — испытавший большое несчастье — βαλσαμώνω — αιμοπότης — λιγοθυμιά — μπακάλικο — ξεφιτιλίζω — αρχιγένεση — φρουτοσαλάτα — διάπηξη — διαπεραιώνω — καλορρίζικα — βρογχιόλιο — ταμπλάς — νηστεύτρια — επίστρωση — στερεοτυπώνω — μαγγανικός — λεβητόλιθος — ζαρουκλα — ρέκορντμαν — λαντουριστήρι — ανταγοράζω |
|||