|
η апельсиновое дерево; περιβόλι μέ (или από) ~ιές — апельсиновый сад #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово апельсиновое дерево? — πορτοκαλέα как с (ново)греческого переводится слово πορτοκαλέα? — апельсиновое дерево — εξευμενιστικός — ανακλώμαι — γελαστρια — ασκότνστος — γαλακτερά — πολυ- — νάρδινος — κόπια — ηδύτης — καρδιολόγος — σταχώνω — περιυβρίζω — εξυδάτωση — αποβιώνω — στόμφος — έμμεσος — μουσικοθεραπεία — τριφωνία — αργοζυγιάζω — πουνέντες — βληματαποθήκη |
|||