|
η прямо #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово прямо? — ίς как с (ново)греческого переводится слово ίς? — прямо — δοξόσοφος — διάπλευση — αγωνοθέτης — επιστημονικά — καμάρωση — σάβανο — ενδυτός — παρετυμολογικός — υποπολλαπλάσιος — ανυπόφερτος — βλαττίον — λουλουδένιος — γόησσα — φλασκωτός — σάλι — επισκότιση — αποθαμβώνω — σκατοπούστης — πάγιος — φιλοσκωμμοσύνη — βωλοκοπιά |
|||