|
η пахота, вспашка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово пахота? — άροση как на (ново)греческом будет слово вспашка? — άροση как с (ново)греческого переводится слово άροση? — пахота, вспашка — υποδέκτης — μοναχός — κασίδης — φυσεκλίκι — διαλάμπω — πειναλέος — απόπατος — μιζέρια — ροβολώ — συνταξιοδοτικός — φεβρουαριανός — αρκουδάνθρωπος — εποχλεύς — ευπόρθητος — ασταφίδιαστος — όργιο — μωραίνω — ψυχαναγκάζω — αδιάσχιστος — γαρουφαλιά — δεντρωτός |
|||