|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πασπατευτός? — — οθνείος — απλαιβίωτος — διαπεραστικότητα — γονιασμένος — θεοτικός — υδατόμετρο — αμφιδεξιότητα — μεγαλέμπορας — ληθαργία — μεταγράφω — νανοκέφαλος — επισπαστήρ — μαργαριταρένιος — υδαταγωγός — φαροδείκτης — ανεκδίκητος — ξυλουργείο — θεσιθήρας — αποσαλεύω — βρωμόλογος — αηδόνισμα |
|||