|
обморочный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово обморочный? — λιποθυμικός как с (ново)греческого переводится слово λιποθυμικός? — обморочный — κεντήτρια — εννεαπλάσιος — αμαυρωτικός — επιγονατίδα — σουγιάς — μαραφέτι — τάζω — ξυπολυσιά — εφύγρανσις — εορτάζομαι — κανναβίσιος — ακριτοεπής — πολυαγάπητος — Ουρανία — χηνούλα — νηπιώδης — διέπω — διπλωματία — αναμετράω — σανό — διαδοχή |
|||